Δεν μεγάλωσα με παραμύθια..
Από τα χείλη της γιαγιάς δεν άκουσα ποτέ αυτή τη μαγική φράση: ήταν μια φορά και έναν καιρό...
Όταν καθόμασταν μαζί στη βεράντα του σπιτιού μας το μόνο που έκανε ήταν να μου εξιστορεί τα μεγαλεία μιας εποχής που ναι μεν είχε περάσει,είχε χαθεί πια στα γρανάζια του χρόνου,για αυτήν όμως παρέμενε χαραγμένη βαθιά μέσα στη μνήμη της και προσπαθούσε να την κρατήσει ολοζώντανη μέσα από τις διηγήσεις της.
Ξεκινούσε πάντα με τις χοροεσπερίδες που διοργάνωνε στη δίπατη μονοκατοικία της στο κέντρο της Αθήνας,τα απογευματινά τσάγια με τις καλοντυμένες κυρίες του κύκλου της, τις Κυριακάτικες βόλτες με τον μακαρίτη το σύζυγό της στο Ζάπειο και συνέχιζε με τα επιτεύγματα του γυιού της της και τις επιτυχίες του στο χώρο της δικηγορίας.
Για να πω την αλήθεια βαριόμουν αφάνταστα εκείνες τις αφηγήσεις αλλά αφού δεν έβρισκα τρόπο να ξεφύγω από αυτές, καθόμουν υπομονετικά δίπλα της και άκουγα κάθε απόγευμα τις ίδιες και τις ίδιες ιστορίες..
Θα μου πείτε υπήρχε και η μαμά που τα βράδια καθώς ξάπλωνες στο κρεβάτι σου θα μπορούσε να σου πει για τη Χιονάτη που βρέθηκε στο σπίτι των επτά νάνων ή για τη Σταχτοπούτα που έχασε το γοβάκι της στο χορό.
Δεν θυμάμαι όμως να συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο ,για τον απλούστατο λόγο ότι η μητέρα δεν είχε χρόνο για να ασχοληθεί με την ανάγνωση έστω και τριών σειρών από τα παραμύθια που βρισκόντουσαν στα ράφια της βιβλιοθήκης μου.
Στο μεγάλο σαλόνι την περίμεναν τα περισσότερα βράδια οι καλεσμένοι της είτε για να παίξουν τέσσερις πέντε παρτίδες πόκερ,είτε για να φάνε όλοι μαζί τα γευστικά εδέσματα που έφτιαχνε η Ρεγγίνα,το κορίτσι που τη βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού και να πιουν το κόκκινο μπουκάλι με το κρασί που ο πατέρας φρόντιζε να έχει πάντα πάνω στη στρογγυλή ροτόντα.
Κάποια στιγμή και όταν πια ήμουν σε θέση να διαβάζω μόνη μου τα παραμύθια που υπήρχαν στη βιβλιοθήκη, έπεσα με τα μούτρα στην ανάγνωσή τους και χάθηκα μέσα στις σελίδες τους με τις υπέροχες και φανταχτερές τους ζωγραφιές.Και μετά από λίγο καιρό άρχισα να φτιάχνω τα δικά μου παραμύθια,τις δικές μου ζωγραφιές..
Και μέχρι σήμερα συνεχίζω να το κάνω..
I did not grow up with fairy tales.
I never heard from the lips of my grandmother this magical phrase: once upon a time. ...
When we were sitting together on the porch of our house, all she was doing was telling me the grandeur of an era that had already passed, an area that was deeply engraved in her memory and she was trying to keep it alive through her narratives.
She always started with the dances that she organized in her big house in the center of Athens, the afternoon teas with the well-dressed ladies of her cycle, the Sunday afternoons with her husband at Zappio and continued with her son's achievements and successes in the field of law.
To tell the truth I was blatantly bored with those narratives, but since I did not find a way to get away from them I was sitting patiently beside her and listening to the same stories every afternoon.
You will tell me there was a mom who, in the evenings as you lie down in your bed, could tell you about the Snow White and the seven dwarfs or about the Cinderella who lost her dick in the dance
However I do not remember,that this happened for the simple reason that the mother did not have time to deal with reading of the tales that were on my bookshelves.
In the big living room, the guests waiting or her to play four, five poker games or to eat together the delicious food made by Regina, the girl who helped her in the housework and drink the bottle of red wine that the father brought from the cellar.
So when I was able to read myself the books that existed in the library, I did it and I was lost in their pages and their fancy paintings.
And after a while I started to make my own fairy tales, my own paintings.
And I keep doing it.
THE MAGIC FOREST 35X50 charcoaldrawing.
No comments:
Post a Comment